Ο προέδρος της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, Αλέξης Τσίπρας, μίλησε στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής (ΚΕ) του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ.
Η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα έχει ως εξής:
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η χθεσινή ημέρα στη βουλή ήταν αποκαλυπτική. Αποκαλύφθηκε ότι το δημόσιο αγαθό που κινδυνεύει αυτή τη στιγμή περισσότερο, είναι η Δημοκρατία. Το Μνημόνιο και η Δημοκρατία είναι έννοιες εντελώς ασυμβίβαστες και αυτό το βλέπουμε καθημερινά όλο και περισσότερο.
Το βλέπουμε στις επιστρατεύεις των απεργών που γίνονται πλέον και προληπτικά. Το βλέπουμε στην συνεχιζόμενη βίαιη και αδικαιολόγητη καταστολή εναντίον των κατοίκων της Χαλκιδικής. Το βλέπουμε και στο αδιάκριτο πια πολιτικό φλερτ της Νέας Δημοκρατίας με την ακροδεξιά.
Χθες τα γεγονότα στη βουλή ήταν αποκαλυπτικά. Η ΧΑ επεχείρησε να προκαλέσει μέσα στο κοινοβούλιο, αμέσως μετά τη συζήτηση για ένα αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που εξαφανίστηκε. Εξαφανίστηκε με ευθύνη του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος και επομένως του ίδιου του πρωθυπουργού. Δεν ήταν εκεί καν ένας κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ για να επιβεβαιώσει αυτά που ήρθε να πει ο κ. Ρουπακιώτης, δηλαδή ότι δεν συμβαίνει κάτι, το νομοσχέδιο είναι καθ οδόν.
Η ομάδα μονταζιέρας της ΝΔ προσπάθησε ακόμα και τη στιγμή της αποκάλυψης των νεοναζί να κρατήσει ίσες αποστάσεις από την αξιωματική αντιπολίτευση, το προεδρείο της βουλής, και τους νοσταλγούς του Χίτλερ.
Ας το πάρουν όμως χαμπάρι. Η ανιστόρητη και επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων κατέρρευσε παταγωδώς χθες στη βουλή. Αφορά πλέον μόνο την ομάδα μονταζιέρας της ΝΔ και αμετανόητους ακροδεξιούς συνεργάτες και βουλευτές της.
Στέλνουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Η αριστερά είναι εδώ για υπερασπιστεί τη δημοκρατία σε όλα τα επίπεδα. Από τις γειτονιές ως το προεδρείο της βουλής. Εμείς υψώνουμε μια ασπίδα προστασίας της δημοκρατίας. Μαζί με κάθε δημοκρατικό πολίτη.
Παρόλο που τρεις μέρες πριν, εβδομήντα βουλευτές της πλειοψηφίας, κρυπτόμενοι πίσω από την ανωνυμία της μυστικής ψηφοφορίας συνέδραμαν τους φασίστες στην προσπάθειά τους να άρουν την ασυλία του Π. Τατσόπουλου και να τον μηνύσουν για έκφραση πολιτικής γνώμης. Παλιότερα ο γραμματέας της ΝΔ, ο κ. Κεφαλογιάννης είχε αρνηθεί να ψηφίσει την άρση ασυλίας του Κασιδιάρη για κάτι εντελώς διαφορετικό: για βιαιοπραγία εναντίον της Λιάνας Κανέλλη και της Ρένας Δούρου. Πρόσφατα στενοί συνεργάτες του πρωθυπουργού έσπευσαν διαδικτυακά να υπερασπιστούν με σθένος τους απολογητές των ΝΑΖΙ που είναι ακόμα σε θέση συμβούλων υπουργού.
Και αυτά είναι πράγματα ενδεικτικά, για τα οποία πρέπει να ξεσηκωθεί όχι μόνο η Αριστερά, αλλά ολόκληρος ο δημοκρατικός κόσμος. Ακόμα και οι δημοκράτες που πρόσκεινται στην ΝΔ και παρακολουθούν αμήχανοι τα ακροδεξιά ολισθήματα του Σαμαρά να διαδέχονται το ένα το άλλο.
Διότι, χθες απεδείχθη ότι η ασυδοσία της ΧΑ στο κοινοβούλιο είναι ζήτημα πολιτικής επιλογής. Όποιος θέλει μπορεί να εφαρμόσει το κανονισμό και να αποτρέψει τον ευτελισμό της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και της δημοκρατίας. Όποιος θέλει μπορεί να επικαιροποιήσει το θεσμικό πλαίσιο ενάντια στους κήρυκες της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού. Ενάντια στους παρακρατικούς και στις συμμορίες που βιαιοπραγούν απέναντι σε ανυπεράσπιστους πολίτες. Εμείς και θέλουμε και μπορούμε.
Από εδώ και στο εξής, μηδενική ανοχή απέναντι στις συμμορίες, απέναντι στους υβριστές της δημοκρατίας και της ιστορίας του λαού μας που έδωσε φόρο αίματος στους ναζί, αγωνιζόμενος για την ελευθερία και τη δημοκρατία.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Υπάρχουν κρίσιμα συμπεράσματα από τα πρόσφατα γεγονότα που αφορούν τις κινητοποιήσεις των καθηγητών.
Το πρώτο συμπέρασμα αφορά την κυβερνητική αδιαλλαξία και επιθετικότητα, μια στάση που σχετίζεται άμεσα με την προώθηση των υποχρεώσεων του Μνημονίου. Η κυβέρνηση μπορούσε να προωθήσει τις αλλαγές με διάλογο μετά τις πανελλαδικές εξετάσεις. Επέλεξε, όμως, τον αιφνιδιασμό, την κατά μέτωπον επίθεση, την λάσπη και την συκοφαντία δια των μέσων ενημέρωσης που συμπορεύονται μαζί της και τελικά την επιστράτευση και μάλιστα προληπτικά. Δεν πρέπει να προσπεράσουμε αυτές τις ανησυχητικές ενδείξεις, που δείχνουν ότι όσο το Μνημόνιο οδηγείται σε αδιέξοδο, τόσο ξεδιπλώνεται ο επιθετικός κυβερνητικός αυταρχισμός στη χάραξη της πολιτικής.
Το δεύτερο συμπέρασμα: Υπάρχει κόσμος με διάθεση και αποφασιστικότητα να αντισταθεί. Και αυτό φάνηκε από τις μαζικότατες συνελεύσεις των ΕΛΜΕ, που ψήφισαν σε συντριπτική πλειοψηφία υπέρ της απεργίας. Απαιτείται, όμως, μια πιο σύνθετη στρατηγική από τις δυνάμεις του συνδικαλιστικού κινήματος.
Μια στρατηγική που δεν θα χειραγωγείται από τις κατεστημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, ούτε θα εξαρτάται από αποφάσεις της πλειοψηφίας των διοικήσεων της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Μια στρατηγική που θα διευρύνει την ενότητα ανάμεσα σε κλάδους εργαζομένων και το πιο σημαντικό θα δημιουργεί στέρεες συμμαχίες με την κοινωνία.
Μόνο έτσι μπορεί να ακυρωθεί και η τακτική της επιστράτευσης, στην οποία η κυβέρνηση καταφεύγει ολοένα και με μεγαλύτερη ευκολία, υπερασπιζόμενη δήθεν το δημόσιο συμφέρον. Το όπλο αυτό πρέπει οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να το στρέψουν εναντίον της, δημιουργώντας στέρεες και πλατειές κοινωνικές συμμαχίες.
Ο ΣΥΡΖΑ-ΕΚΜ τάχτηκε από την αρχή αλληλέγγυος στο πλευρό των καθηγητών, σε οποιαδήποτε κινητοποίηση κι αν αποφάσιζαν. Γιατί είχαν επί της ουσίας δίκιο.
Όλα τα μέτρα που προώθησε η κυβέρνηση έχουν ως στόχο μια παιδεία που να κοστίζει λιγότερο στο κράτος, αδιαφορώντας για την δραματική της υποβάθμιση, τις απολύσεις χιλιάδων εκπαιδευτικών, τις μεταθέσεις εκτός έδρας με μισθούς πείνας, την υποτιθέμενη και εντός πολλών εισαγωγικών «αξιολόγηση», που είναι απλά η επίσημη παραίτηση του κράτους από την υποχρέωση να παρέχει παιδεία υψηλού επιπέδου.
Και θα αγωνιστούμε για τη συγκρότηση ενός μεγάλου μετώπου που θα υπερασπιστεί την δημόσια παιδεία, με καθηγητές, μαθητές και γονείς να παλεύουν συντονισμένα για τον ίδιο σκοπό. Τη στήριξη αυτή θα συνεχίσουμε να την παρέχουμε στον κλάδο των εκπαιδευτικών, όπως και σε κάθε κλάδο εργαζομένων, κάθε κομμάτι της κοινωνίας που αγωνίζεται για ζωή, δουλειά και αξιοπρέπεια, καθώς και για την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών και αντιμετωπίζει τον κυβερνητικό αυταρχισμό.
Γι’ αυτό και καταθέσαμε την πρόταση νόμου για κατάργηση της επιστράτευσης. Αυτή την πρόταση νόμου πρέπει να υποστηριχτεί από όσους τοποθετούν εαυτό στο δημοκρατικό τόξο, και διεκδικούν τον τίτλο του προοδευτικού. Και, όπως δηλώσαμε και χθες στη βουλή, από εδώ και στο εξής δε θα έχουν να κάνουν με συνδικαλιστικές ηγεσίες. Θα έχουν να κάνουν μαζί μας.
Τη φάμπρικα των επιστρατεύσεων και της συνταγματικής εκτροπής θα τη τσακίσουμε. Την επόμενη φορά που θα το επιχειρήσουν η απεργία θα είναι πολιτική και διαρκής. Έχουμε υποχρέωση να στηρίξουμε το συνταγματικό δικαίωμα της απεργίας για τους εργαζόμενους. Και θα το πράξουμε χωρίς ενδοιασμούς. Ας το λάβουν υπόψη τους όσοι νομίζουν ότι μπορεί να μετατρέψουν τη χώρα σε ένα απέραντο στρατόπεδο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Την ίδια ακριβώς στιγμή, η κυβέρνηση ξεπουλά με ταχείς ρυθμούς την δημόσια περιουσίας. Το κάνει για να εμφανίσει κάποια οικονομικά αποτελέσματα στην τρόικα, η οποία αναμένεται τον Ιούνιο με εξαιρετικά επιθετικές διαθέσεις.
Έτσι, μετά την πώληση του ΟΠΑΠ, με εξαιρετικά προβληματικούς όρους, εξευτελιστική τιμή και διαδικασίες που μυρίζουν χιλιόμετρα μακριά διαπλοκή, βγαίνει στο προσκήνιο και η ΔΕΗ. Και εδώ δεν πρόκειται απλώς για μια εταιρεία που εξασφαλίζει κέρδη για το δημόσιο, όπως στην περίπτωση του ΟΠΑΠ. Πρόκειται για την ιδιωτικοποίηση ενός δημόσιου αγαθού. Οπουδήποτε στον κόσμο συνέβη κάτι αντίστοιχο, η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών έπεσε δραματικά. Τα τιμολόγια κατανάλωσης αυξήθηκαν. Και ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας – το πιο αδύναμο φυσικά και το πιο πιεσμένο, έχασε την πρόσβασή του στο παρεχόμενο αγαθό.
Στη Βουλγαρία, και έχει σημασία να την αναφέρουμε, γιατί το Μνημόνιο αναφέρει ξεκάθαρα ότι με αυτή τη χώρα προσπαθεί να μας εξομοιώσει, το κόστος του ρεύματος μετά τις ιδιωτικοποιήσεις υπερβαίνει πλέον τις οικονομικές δυνατότητες ενός μέσου νοικοκυριού. Δημιουργείται έτσι το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας, που είναι και η βασική αιτία για τις πρόσφατες αναταραχές στην γειτονική μας χώρα. Αυτό είναι το μοντέλο το οποίο προωθείται και για τη χώρα μας. Με κινδύνους σοβαρούς τόσο για τα νοικοκυριά, αλλά και τις επιχειρήσεις οι οποίες υποφέρουν και κλείνουν από το κόστος ενέργειας. Και σειρά έχει το νερό. Ένα αγαθό ακόμα πιο πολύτιμο και ακόμα πιο αναγκαίο από την ηλεκτρική ενέργεια.
Μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς κοινωνικής δυστυχίας, με την ανεργία να σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, τα νοικοκυριά να μην μπορούν πλέον να ανταποκριθούν σε βασικές τους ανάγκες και την φτώχεια να κυλάει στους δρόμους, η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει ένα τεχνητό κλίμα ευφορίας.
Ο πρωθυπουργός της χώρας οργανώνει πομπώδεις όσο και αβέβαιες επενδυτικές εκστρατείες στην Κίνα, που προσπαθεί να πουλήσει υποδομές και κομμάτια δημόσιας περιουσίας, ονομάζοντας μάλιστα την τακτική αυτή «προσέλκυση επενδυτών». Στην πραγματικότητα, το όραμα της κυβέρνησης είναι η κινητοποίηση της οικονομίας,, η μετατροπή ολόκληρης της χώρας σε μια Τεράστια Ειδική Οικονομική Ζώνη. Με μισθούς εξαθλίωσης, με ανύπαρκτη προστασία του εργαζόμενου, με αφορολόγητα κέρδη για τους επιχειρηματίες, με μηδενική προστασία του περιβάλλοντος.
Οι εταίροι της χώρας δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτή την εξέλιξη. Διότι, αυτό είναι το συνολικό σχέδιό τους για την οικονομία του Νότου και αργότερα για ολόκληρη την Ευρώπη.
Οι αλλαγές που προωθούνται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, είναι ίσως μεγαλύτερης σημασίας από εκείνες που ακλούθησαν την πτώση του Τείχους. Και πρέπει να συναντήσουν τη σθεναρή και συντονισμένη αντίσταση των λαών της Ευρώπης, ένα πανευρωπαϊκό μέτωπο αποφασισμένο να υπερασπιστεί την κοινωνική συνοχή και την αξιοπρέπεια της εργασίας. Πρέπει να σταματήσουν με οργανωμένη αντεπίθεση της κοινωνίας.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
Η κοινωνία πρέπει να σταθεί όρθια και να δυναμώσει τη φωνή της. Και η ευθύνη για κάτι τέτοιο πέφτει σε πολύ μεγάλο βαθμό επάνω μας. Ούτε το Μνημόνιο τελειώνει, ούτε η χώρα βγαίνει από την κρίση, ούτε φως στο βάθος κάποιου τούνελ φαίνεται.
Η λεηλασία της ζωής της αξιοπρέπειας και της προοπτικής του λαούς μας θα συνεχίζεται επ’ άπειρον. Ή μέχρι ο ίδιος ο λαός να βάλει ένα τέρμα στην ιστορία αυτή.
Με μια αντεπίθεση της κοινωνίας. Για την υπεράσπιση της δουλειάς, των δημόσιων αγαθών, της υγείας της παιδείας. Για μια ανάπτυξη που θα αφορά το κοινωνικό σύνολο και όχι μια περιορισμένη και κλειστή ελίτ, η οποία δεν φορολογείται καν στην Ελλάδα. Με μια ανάπτυξη που θα επουλώσει τις πληγές του μνημονίου. Όχι με την άνεργη ανάκαμψη που θα τις κάνει μόνιμες.
Για να μη μεταναστεύουν οι νέοι επιστήμονες. Για να μείνουν εδώ και να ξαναχτίσουμε μαζί την Ελλάδα. Για το αυτονόητο δικαίωμα όλων στην κοινωνική αξιοπρέπεια.
Χρειάζεται να σπάσει μια και καλή το κλίμα ηττοπάθειας και απογοήτευσης. Το κλίμα των χαμηλών προσδοκιών. Χρειάζεται ενότητα, αισιοδοξία και πείσμα. Χρειάζεται διαρκής αγώνας. Χρειάζεται πάθος ασίγαστο στη στήριξη, την ενδυνάμωση, τη γιγάντωση των δομών αλληλεγγύης που καλούνται να επουλώσουν τις μνημονιακές πληγές του λαού μας. Χρειάζεται μια τεράστιας κλίμακας κοινωνική αντεπίθεση σε όλα τα μέτωπα.
Μια οργανωμένη και αποφασιστική αντεπίθεση της κοινωνίας. Και ακριβώς στο προσκήνιο των κοινωνικών αντιστάσεων και της αλληλεγγύης να συγκροτηθεί η νέα κοινωνική πλειοψηφία που θα διεκδικήσει την απαλλαγή της χώρας από το Μνημόνιο και θα ανοίξει τον εναλλακτικό δρόμο.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται το καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ, ένα καθήκον στο οποίο είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε. Καλούμαστε να δώσουμε τον αγώνα σε πολλά μέτωπα. Καλούμαστε να ζωντανέψουμε ξανά την ελπίδα και να φέρουμε πιο κοντά την προοπτική μιας ριζικά εναλλακτικής λύσης. Να ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο τις δομές αλληλεγγύης. Να εμβαθύνουμε και να επικαιροποιήσουμε τη στρατηγική μας για τη συγκρότηση της νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας από την αριστερά της αριστεράς μέχρι της σοσιαλδημοκρατίας. Να συνεχίσουμε να ανοιγόμαστε σε δυνάμεις που ανταποκρίνονται στο διαρκές κάλεσμα ενότητας που κάνουμε εδώ και δύο χρόνια.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
Ένα χρόνο πριν, το βράδυ των εκλογών της 6ης Μάη του 2012, δώσαμε μια υπόσχεση στο κόσμο της αριστεράς που μας στήριξε, στους ψηφοφόρους που μας ανέδειξαν ως δύναμη ελπίδας αλλά και στον ελληνικό λαό εν γένει, ότι θα προχωρήσουμε στη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ στη μεγάλη ενιαία και ελπιδοφόρα παράταξη της αριστεράς. Το άνοιγμα αυτό βρήκε ευρεία ανταπόκριση στην ελληνική κοινωνία.
Στις 17 Ιούνη ο ΣΥΡΙΖΑ έγραψε ιστορία, δίνοντας την ευκαιρία στην αριστερά να πλησιάσει για πρώτη φορά τόσο κοντά στη κυβέρνηση. Έκτοτε ο ΣΥΡΙΖΑ κατοχυρώθηκε στη συνείδηση του λαού μας ως ελπίδα για την ανατροπή του μνημονίου και τη κοινωνική αλλαγή, γεγονός που καταγράφεται αδιαλείπτως επί ένα χρόνο και παρά το εξαιρετικά αρνητικό επικοινωνιακό και μιντιακό περιβάλλον σε όλες τις δημοσκοπήσεις.
Αν, όμως, πιστέψουμε ότι αυτό είναι μια νομοτέλεια, ανεξάρτητα από τη δράση μας και τη συμπεριφορά μας θα κάνουμε λάθος. Ο κόσμος που μας εμπιστεύτηκε θα μας εμπιστευτεί ξανά και ακόμα περισσότερος μόνο αν δείξουμε αξιοπιστία στα λόγια και στα έργα μας.
Μονάχα αν αποδείξουμε ότι προκειμένου να αναλάβουμε τη μεγάλη ευθύνη της ανατροπής και της ανοικοδόμησης της πατρίδας μας, είμαστε έτοιμοι όλοι μας, να θέσουμε σε αμφισβήτηση τις σιγουριές και τις εξασφαλίσεις μας.Να δείξουμε ότι είμαστε έτοιμοι να αλλάξουμε εμείς για να πείσουμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε τη κοινωνία.
Στην ομιλία μου στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, στις συλλογικές μας επεξεργασίες και αποφάσεις, τονίσαμε πως δημιουργούμε ένα νέο πολιτικό οργανισμό. Ένα ΝΕΟ πολιτικό υποκείμενο. Όχι εμείς, τα στελέχη και οι βουλευτές. Ο κόσμος. Ο λαϊκός κόσμος, ο κόσμος της εργασίας, τα μέλη και οι φίλοι μας. Εμείς, ως έχοντες την ευθύνη να εκφράζουμε τη φωνή των μελών, δεν έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε ούτε βήμα πίσω από αυτή την υπόσχεση. Δεν έχουμε το δικαίωμα να καθυστερήσουμε και να φανούμε κατώτεροι των περιστάσεων. Πρέπει να ολοκληρώσουμε μια πορεία ιστορικής δικαίωσης. Δικαίωσης της επιλογής συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ που κάναμε πριν σχεδόν δέκα χρόνια.
Τότε που οι αργυρώνητοι της διαπλοκής ειρωνεύονταν και έλεγαν πως η αριστερά δεν έχει λόγω ύπαρξης. Δέκα χρόνια μάθαμε να ακούμε, να ανεχόμαστε, να συνθέτουμε. Η κοινωνία μας εμπιστεύτηκε. Δε θα προδώσουμε αυτή την εμπιστοσύνη.
Να μην κάνουμε ούτε μισό βήμα πίσω από την εντολή δεκάδων χιλιάδων μελών μας και ενός εκατομμυρίου εξακοσίων χιλιάδων ψηφοφόρων μας για τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο φορέα. Ενιαίο και δημοκρατικό φορέα. Έναν οργανισμό που θα είναι κόμμα των μελών και όχι των στελεχών. Κόμμα των εργαζομένων και των δημιουργών. Όχι κόμμα των ειδικών. Κόμμα που θα ανταποκρίνεται στις κοινωνικές διεργασίες και στα κοινωνικά κινήματα και όχι κόμμα- κράτος και των μηχανισμών του κράτους.
Πολύ μεγάλη συζήτηση σήκωσε πριν λίγες μέρες μια αναφορά μου στο ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο».Δεν κατάλαβα γιατί. Είπα τα αυτονόητα. Κάποιοι έγραψαν ότι επιτέθηκα στις συνιστώσες. Λάθος. Αν έκανα επίθεση ήταν επίθεση φιλίας προς τα μέλη και τις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ και όχι επίθεση στις συνιστώσες.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Ο ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στην ανασυγκρότηση της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ήταν ένα πετυχημένο ιστορικό πείραμα για την ανασυγκρότηση της αριστεράς και την ιδεολογική και προγραμματική της επαναθεμελίωση. Ανταποκρίθηκε στο αίτημα για την ευρύτερη δυνατή ενότητα των αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων.
Τώρα είναι η ώρα να κάνουμε ένα βήμα παραπέρα, στην εμβάθυνση και μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών σε ΣΥΡΙΖΑ των μελών. Ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για συγκρότηση ενός πλειοψηφικού ρεύματος μέσα των κοινωνία, ενός ρεύματος με ενιαία αριστερή ριζοσπαστική ταυτότητα.
Χρειάζεται οργανωτική και πολιτική συνοχή, η οποία είναι και η μόνη που μπορεί να εξασφαλίσει την πλήρη κατοχύρωση των δημοκρατικών λειτουργιών. Χρειάζεται ένας και όχι δεκατρείς χώροι υποδοχής μελών, και οργανωτικής ένταξης. Χρειάζεται περισσότερη δυνατότητα για σύνθεση απόψεων, και όχι για παραταξιακές μετωπικού χαρακτήρα συμφωνίες ή αποκλίσεις στο εσωτερικό μας.
Επιδίωξή μας είναι να βαδίσουμε αυτόν τον δρόμο όλοι μαζί, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών ίδρυσης του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό σημαίνει ότι έχουμε αυτονόητη υποχρέωση όλοι μας και κυρίως όσοι ανήκουμε σε συνιστώσες, να συνεννοηθούμε πως ακριβώς αυτές θα μετεξελιχτούν από κόμματα που συγκροτούσαν ένα συνασπισμό κομμάτων, στον αρχικό ΣΥΡΙΖΑ, σε διακριτά και συγκροτημένα πολιτικά ρεύματα εντός του νέου ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, που η δράση τους θα ορίζεται και θα δεσμεύεται από το καταστατικό μας. Αυτό είναι το αυτονόητο.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανείς ανάμεσά μας που να πιστεύει, ότι η κοινή μας απόφαση για μετεξέλιξη από τον ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών στον ΣΥΡΙΖΑ των μελών, θα σήμαινε ότι συνεχίζουμε όπως πριν τη διακριτή δραστηριότητα των συνιστωσών στο δημόσιο χώρο, ως διαφορετικών κομμάτων μέσα στον ενιαίο φορέα. Αυτό θα ήταν αδιανόητο και θα σήμαινε ότι υποτιμούμε τη νοημοσύνη του κόσμου μας.
Από την άλλη, όμως, αυτή η αναγκαία συνεννόηση που επικαλέστηκα πριν είναι προφανές πως δε μπορεί να τους συμπεριλάβει όλους σε μια ταχύτητα. Γι’ αυτό και πρέπει να δείξουμε κατανόηση στις διαφορετικές ωριμάνσεις.
Άλλες συνιστώσες είναι ώριμες να αυτοδιαλυθούν ως τέτοιες και τα μέλη τους να περάσουν ως φυσικά πρόσωπα στον ενιαίο φορέα. Άλλες να μετασχηματιστούν από συνιστώσες του παλιού ΣΥΡΙΖΑ που ήταν συνασπισμός κομμάτων σε διακριτά πολιτικά μορφώματα του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, που ούτως ή άλλως δε μπορεί και δε θα θέλαμε να μην είναι πλουραλιστικός, πολυσυλλεκτικός και πολυτασικός.
Αλλά το κρίσιμο είναι να συζητήσουμε περισσότερο για τις οργανώσεις και για τα μέλη του νέου ΣΥΡΙΖΑ και για τα δικαιώματά τους και λιγότερο για τα υπόλοιπα. Οι οργανώσεις μας πρέπει να ανοίξουν στον κόσμο που θέλει να μας πλησιάσει και να ενταχθεί. Να γίνουν τα κύτταρα οργάνωσης του προοδευτικού κόσμου της χώρας για το γιάτρεμα των πληγών του μνημονίου. Να ξεκινήσει άμεσα μία μεγάλη καμπάνια για εγγραφή νέων μελών, ταυτόχρονα με την μεγάλη πολιτική καμπάνια και εξόρμηση που θα κάνουμε για το συνέδριό μας. Να γίνουμε από άθροισμα συνιστωσών σε ένα νέο κόμμα άμεσης δημοκρατίας και αυτοοργάνωσης, που θα κρινόμαστε όλοι και πρώτοι και πρώτες οι άντρες και οι γυναίκες της ηγεσίας.
Οι διαδικασίες συγκρότησης του ενιαίου κόμματος, δεν πρέπει να μας ξεκόψουν σε καμία περίπτωση από τις απαιτήσεις των κοινωνικών αγώνων. Αντιθέτως, το στοίχημα είναι να συνδέσουμε την πορεία προς το συνέριο με την ενίσχυση των πολιτικών μας δεσμών με την κοινωνία.
Διαφωνίες θα υπάρξουν και είναι απόλυτα λογικό και φυσιολογικό όταν βαδίζουμε προς ένα απόλυτα ανοιχτό και δημοκρατικό συνέδριο. Όμως υπάρχουν όλες οι δημοκρατικές εγγυήσεις, ώστε να λυθούν τα θέματα, είτε στις προσυνεδριακές διαδικασίες, είτε στο ίδιο το συνέδριο.
Και επειδή τώρα έχουμε την ευθύνη αλλά και την ευκαιρία να ορίσουμε το πλαίσιο της λειτουργίας μας σε στέρεη βάση, οφείλουμε τώρα και χωρίς ταμπού να κουβεντιάσουμε ανοιχτά όλους τους προβληματισμούς και όλες τις απόψεις. Τώρα είναι η στιγμή να δούμε με ωριμότητα και να αντιμετωπίσουμε επιτέλους παθογένειες και στρεβλώσεις που κουβαλάμε μέχρι σήμερα.
Η πιο σοβαρή είναι η εξής: ο χώρος των καθοδηγητικών οργάνων. Και του στελεχικού δυναμικού, συγκροτείται αποκλειστικά από τάσεις, ομάδες, πλατφόρμες. Είναι σεβαστό. Όμως στη βάση και στο χώρο πολιτικής επιρροής τα πράγματα δεν είναι έτσι, κάθε άλλο μάλιστα.
Οι άνθρωποι εκεί παρακολουθούν πολύ σοβαρά τις εσωτερικές συζητήσεις αλλά δεν αισθάνονται υποχρεωμένοι να δηλώσουν ένταξη και δέσμευση απέναντι στο ένα ή το άλλο εσωκομματικό πολιτικό ρεύμα.
Η πραγματικότητα την οποία καλούμαστε να αλλάξουμε λέει ότι στις σημερινές συνθήκες είναι αδύνατη η ανάδειξη ενός στελέχους, αν το στέλεχος αυτό δεν έχει την εμπιστοσύνη και την στήριξη ενός εσωκομματικού μηχανισμού. Και αυτό είναι παράλογο.
Θέλουμε πολυτασικό πλουραλιστικό ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι προφανές. Όχι, όμως, ένα κόμμα που να κυριαρχείται πλήρως από τους εσωκομματικούς μηχανισμούς.
Για να προσπεραστεί το πρόβλημα αυτοί πρέπει να κάνουμε βήματα. Το πιο σημαντικό είναι να συμφωνήσουμε ότι αφήνουμε πίσω τα ξεχωριστά ψηφοδέλτια που υποβάλλουν οι εσωκομματικές παρατάξεις στις διαδικασίες εκλογής οργάνων.
Παλιότερα, το δικαίωμα ξεχωριστής λίστας είχαν οι μειοψηφίες που υποτίθεται ότι προστάτευαν τον εαυτό τους από το αποκλεισμό. Σήμερα η κάθοδος σε ξεχωριστή λίστα δε χρησιμεύει ως δικαίωμα στην εκπροσώπηση στα όργανα μειοψηφιών αλλά ως πολιτική δήλωση διαφοροποίησης από την δημόσια ενιαία εικόνα του κόμματος. Και αυτό δε βοηθά στο βάθεμα της δημοκρατίας μέσα στο κόμμα. Αλλά στο να διαιωνίζεται μια εικόνα εσωτερικής αντιπαράθεσης και σύγκρουσης.
Η αντιπαράθεση στο εσωτερικό μας πρέπει να είναι δημιουργική, πολιτική και ιδεολογική. Όχι αντιπαράθεση παγιωμένων εσωκομματικών μηχανισμών αλλά ιδεολογικών ρευμάτων ανοιχτών που δε λειτουργούν με δικούς τους κανόνες και εσωτερικές ιεραρχίες.
Πιστεύω ότι έφτασε η στιγμή να το κουβεντιάσουμε και να το αλλάξουμε αυτό, χωρίς να καταργήσουμε το δικαίωμα στις τάσεις και στη διακριτότητα των απόψεων. Η δική μου πρόταση είναι όχι να καταργηθεί η δυνατότητα ξεχωριστής λίστας αλλά να έχει κάθε φορά το δημοκρατικό δικαίωμα το εκάστοτε σώμα, να αποφασίζει κατά πλειοψηφία τη διαδικασία της εκλογής.Να μην επιβάλλεται δηλαδή κάθε φορά, στο όνομα δήθεν του δικαιώματος της αναλογικής εκπροσώπησης της μειοψηφίας, ο τρόπος εκλογής στα όργανα. Και, φυσικά, αυτή την πρόταση την καταθέτω χωρίς την αυταπάτη ότι αυτά τα ζητήματα λύνονται με διαδικαστικές και καταστατικές διατάξεις.
Έχω πλήρη επίγνωση ότι είναι ζητήματα που για να λυθούν απαιτείται πρωτίστως πολιτική βούληση και συνεννόηση. Αν, όμως, αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί σε επίπεδο κορυφής, οφείλουμε να τη διεκδικήσουμε στο επίπεδο βάσης.
Υποχρέωσή μας είναι να ορίσουμε τις εγγυήσεις που διασφαλίζουν πλήρως την εκλογή οργάνων χωρίς αποκλεισμούς, και βεβαίως τις εγγυήσεις για τη λειτουργία των τάσεων ως ιδεολογικών ρευμάτων, και για την ανεμπόδιστη και ελεύθερη έκφραση των διαφορετικών απόψεων εντός του κόμματος.
Νομίζω ότι όλοι εδώ θα θέλαμε να υπάρξει μια αποφασιστική σύνθεση και συνεννόηση πάνω σε αυτό, αν θέλουμε να ανταποκρινόμαστε στοιχειωδώς στις απαιτήσεις της κομματικής βάσης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αρμόδιο να αποφασίσει είναι το Συνέδριο, το οποίο θα έχει και τον τελευταίο λόγο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Είναι ίσως η πιο σύνθετη, δύσκολη και περίπλοκη συγκυρία κάτω από την οποία έχουμε κληθεί να οργανώσουμε την πολιτική μας δράση.
Η εμπειρία λέει ότι σε ανάλογες ιστορικές συνθήκες, η Αριστερά όχι μόνο τα κατάφερε, αλλά δημιούργησε και τις προϋποθέσεις για μια σειρά ιστορικών αλλαγών. Τα κατάφερε, όμως, μόνο όταν τόλμησε. Μόνο όταν έδειξε θάρρος και τόλμη να θυσιάσει ασφάλειες και βεβαιότητες. Μόνο όταν έδειξε θάρρος ακόμα και να αυτοθυσιαστεί.
Δεν υπάρχει πιο ασφαλής δρόμος προς την αποτυχία από αυτόν της αδράνειας. Όποιος δεν παίρνει την ευθύνη στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές δεν έχει καμιά πιθανότητα να πετύχει.
Σας καλώ, λοιπόν, να πάρουμε συλλογικά την ευθύνη του μετασχηματισμού και της δημοκρατικής εμβάθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ στο επικείμενο πρώτο συνέδριό του. Αποτελεί μια ιστορική επιλογή, σε μια ιστορική συγκυρία για την αριστερά και για το τόπο.
Η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα έχει ως εξής:
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η χθεσινή ημέρα στη βουλή ήταν αποκαλυπτική. Αποκαλύφθηκε ότι το δημόσιο αγαθό που κινδυνεύει αυτή τη στιγμή περισσότερο, είναι η Δημοκρατία. Το Μνημόνιο και η Δημοκρατία είναι έννοιες εντελώς ασυμβίβαστες και αυτό το βλέπουμε καθημερινά όλο και περισσότερο.
Το βλέπουμε στις επιστρατεύεις των απεργών που γίνονται πλέον και προληπτικά. Το βλέπουμε στην συνεχιζόμενη βίαιη και αδικαιολόγητη καταστολή εναντίον των κατοίκων της Χαλκιδικής. Το βλέπουμε και στο αδιάκριτο πια πολιτικό φλερτ της Νέας Δημοκρατίας με την ακροδεξιά.
Χθες τα γεγονότα στη βουλή ήταν αποκαλυπτικά. Η ΧΑ επεχείρησε να προκαλέσει μέσα στο κοινοβούλιο, αμέσως μετά τη συζήτηση για ένα αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που εξαφανίστηκε. Εξαφανίστηκε με ευθύνη του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος και επομένως του ίδιου του πρωθυπουργού. Δεν ήταν εκεί καν ένας κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ για να επιβεβαιώσει αυτά που ήρθε να πει ο κ. Ρουπακιώτης, δηλαδή ότι δεν συμβαίνει κάτι, το νομοσχέδιο είναι καθ οδόν.
Η ομάδα μονταζιέρας της ΝΔ προσπάθησε ακόμα και τη στιγμή της αποκάλυψης των νεοναζί να κρατήσει ίσες αποστάσεις από την αξιωματική αντιπολίτευση, το προεδρείο της βουλής, και τους νοσταλγούς του Χίτλερ.
Ας το πάρουν όμως χαμπάρι. Η ανιστόρητη και επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων κατέρρευσε παταγωδώς χθες στη βουλή. Αφορά πλέον μόνο την ομάδα μονταζιέρας της ΝΔ και αμετανόητους ακροδεξιούς συνεργάτες και βουλευτές της.
Στέλνουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Η αριστερά είναι εδώ για υπερασπιστεί τη δημοκρατία σε όλα τα επίπεδα. Από τις γειτονιές ως το προεδρείο της βουλής. Εμείς υψώνουμε μια ασπίδα προστασίας της δημοκρατίας. Μαζί με κάθε δημοκρατικό πολίτη.
Παρόλο που τρεις μέρες πριν, εβδομήντα βουλευτές της πλειοψηφίας, κρυπτόμενοι πίσω από την ανωνυμία της μυστικής ψηφοφορίας συνέδραμαν τους φασίστες στην προσπάθειά τους να άρουν την ασυλία του Π. Τατσόπουλου και να τον μηνύσουν για έκφραση πολιτικής γνώμης. Παλιότερα ο γραμματέας της ΝΔ, ο κ. Κεφαλογιάννης είχε αρνηθεί να ψηφίσει την άρση ασυλίας του Κασιδιάρη για κάτι εντελώς διαφορετικό: για βιαιοπραγία εναντίον της Λιάνας Κανέλλη και της Ρένας Δούρου. Πρόσφατα στενοί συνεργάτες του πρωθυπουργού έσπευσαν διαδικτυακά να υπερασπιστούν με σθένος τους απολογητές των ΝΑΖΙ που είναι ακόμα σε θέση συμβούλων υπουργού.
Και αυτά είναι πράγματα ενδεικτικά, για τα οποία πρέπει να ξεσηκωθεί όχι μόνο η Αριστερά, αλλά ολόκληρος ο δημοκρατικός κόσμος. Ακόμα και οι δημοκράτες που πρόσκεινται στην ΝΔ και παρακολουθούν αμήχανοι τα ακροδεξιά ολισθήματα του Σαμαρά να διαδέχονται το ένα το άλλο.
Διότι, χθες απεδείχθη ότι η ασυδοσία της ΧΑ στο κοινοβούλιο είναι ζήτημα πολιτικής επιλογής. Όποιος θέλει μπορεί να εφαρμόσει το κανονισμό και να αποτρέψει τον ευτελισμό της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και της δημοκρατίας. Όποιος θέλει μπορεί να επικαιροποιήσει το θεσμικό πλαίσιο ενάντια στους κήρυκες της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού. Ενάντια στους παρακρατικούς και στις συμμορίες που βιαιοπραγούν απέναντι σε ανυπεράσπιστους πολίτες. Εμείς και θέλουμε και μπορούμε.
Από εδώ και στο εξής, μηδενική ανοχή απέναντι στις συμμορίες, απέναντι στους υβριστές της δημοκρατίας και της ιστορίας του λαού μας που έδωσε φόρο αίματος στους ναζί, αγωνιζόμενος για την ελευθερία και τη δημοκρατία.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Υπάρχουν κρίσιμα συμπεράσματα από τα πρόσφατα γεγονότα που αφορούν τις κινητοποιήσεις των καθηγητών.
Το πρώτο συμπέρασμα αφορά την κυβερνητική αδιαλλαξία και επιθετικότητα, μια στάση που σχετίζεται άμεσα με την προώθηση των υποχρεώσεων του Μνημονίου. Η κυβέρνηση μπορούσε να προωθήσει τις αλλαγές με διάλογο μετά τις πανελλαδικές εξετάσεις. Επέλεξε, όμως, τον αιφνιδιασμό, την κατά μέτωπον επίθεση, την λάσπη και την συκοφαντία δια των μέσων ενημέρωσης που συμπορεύονται μαζί της και τελικά την επιστράτευση και μάλιστα προληπτικά. Δεν πρέπει να προσπεράσουμε αυτές τις ανησυχητικές ενδείξεις, που δείχνουν ότι όσο το Μνημόνιο οδηγείται σε αδιέξοδο, τόσο ξεδιπλώνεται ο επιθετικός κυβερνητικός αυταρχισμός στη χάραξη της πολιτικής.
Το δεύτερο συμπέρασμα: Υπάρχει κόσμος με διάθεση και αποφασιστικότητα να αντισταθεί. Και αυτό φάνηκε από τις μαζικότατες συνελεύσεις των ΕΛΜΕ, που ψήφισαν σε συντριπτική πλειοψηφία υπέρ της απεργίας. Απαιτείται, όμως, μια πιο σύνθετη στρατηγική από τις δυνάμεις του συνδικαλιστικού κινήματος.
Μια στρατηγική που δεν θα χειραγωγείται από τις κατεστημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, ούτε θα εξαρτάται από αποφάσεις της πλειοψηφίας των διοικήσεων της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Μια στρατηγική που θα διευρύνει την ενότητα ανάμεσα σε κλάδους εργαζομένων και το πιο σημαντικό θα δημιουργεί στέρεες συμμαχίες με την κοινωνία.
Μόνο έτσι μπορεί να ακυρωθεί και η τακτική της επιστράτευσης, στην οποία η κυβέρνηση καταφεύγει ολοένα και με μεγαλύτερη ευκολία, υπερασπιζόμενη δήθεν το δημόσιο συμφέρον. Το όπλο αυτό πρέπει οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να το στρέψουν εναντίον της, δημιουργώντας στέρεες και πλατειές κοινωνικές συμμαχίες.
Ο ΣΥΡΖΑ-ΕΚΜ τάχτηκε από την αρχή αλληλέγγυος στο πλευρό των καθηγητών, σε οποιαδήποτε κινητοποίηση κι αν αποφάσιζαν. Γιατί είχαν επί της ουσίας δίκιο.
Όλα τα μέτρα που προώθησε η κυβέρνηση έχουν ως στόχο μια παιδεία που να κοστίζει λιγότερο στο κράτος, αδιαφορώντας για την δραματική της υποβάθμιση, τις απολύσεις χιλιάδων εκπαιδευτικών, τις μεταθέσεις εκτός έδρας με μισθούς πείνας, την υποτιθέμενη και εντός πολλών εισαγωγικών «αξιολόγηση», που είναι απλά η επίσημη παραίτηση του κράτους από την υποχρέωση να παρέχει παιδεία υψηλού επιπέδου.
Και θα αγωνιστούμε για τη συγκρότηση ενός μεγάλου μετώπου που θα υπερασπιστεί την δημόσια παιδεία, με καθηγητές, μαθητές και γονείς να παλεύουν συντονισμένα για τον ίδιο σκοπό. Τη στήριξη αυτή θα συνεχίσουμε να την παρέχουμε στον κλάδο των εκπαιδευτικών, όπως και σε κάθε κλάδο εργαζομένων, κάθε κομμάτι της κοινωνίας που αγωνίζεται για ζωή, δουλειά και αξιοπρέπεια, καθώς και για την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών και αντιμετωπίζει τον κυβερνητικό αυταρχισμό.
Γι’ αυτό και καταθέσαμε την πρόταση νόμου για κατάργηση της επιστράτευσης. Αυτή την πρόταση νόμου πρέπει να υποστηριχτεί από όσους τοποθετούν εαυτό στο δημοκρατικό τόξο, και διεκδικούν τον τίτλο του προοδευτικού. Και, όπως δηλώσαμε και χθες στη βουλή, από εδώ και στο εξής δε θα έχουν να κάνουν με συνδικαλιστικές ηγεσίες. Θα έχουν να κάνουν μαζί μας.
Τη φάμπρικα των επιστρατεύσεων και της συνταγματικής εκτροπής θα τη τσακίσουμε. Την επόμενη φορά που θα το επιχειρήσουν η απεργία θα είναι πολιτική και διαρκής. Έχουμε υποχρέωση να στηρίξουμε το συνταγματικό δικαίωμα της απεργίας για τους εργαζόμενους. Και θα το πράξουμε χωρίς ενδοιασμούς. Ας το λάβουν υπόψη τους όσοι νομίζουν ότι μπορεί να μετατρέψουν τη χώρα σε ένα απέραντο στρατόπεδο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Την ίδια ακριβώς στιγμή, η κυβέρνηση ξεπουλά με ταχείς ρυθμούς την δημόσια περιουσίας. Το κάνει για να εμφανίσει κάποια οικονομικά αποτελέσματα στην τρόικα, η οποία αναμένεται τον Ιούνιο με εξαιρετικά επιθετικές διαθέσεις.
Έτσι, μετά την πώληση του ΟΠΑΠ, με εξαιρετικά προβληματικούς όρους, εξευτελιστική τιμή και διαδικασίες που μυρίζουν χιλιόμετρα μακριά διαπλοκή, βγαίνει στο προσκήνιο και η ΔΕΗ. Και εδώ δεν πρόκειται απλώς για μια εταιρεία που εξασφαλίζει κέρδη για το δημόσιο, όπως στην περίπτωση του ΟΠΑΠ. Πρόκειται για την ιδιωτικοποίηση ενός δημόσιου αγαθού. Οπουδήποτε στον κόσμο συνέβη κάτι αντίστοιχο, η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών έπεσε δραματικά. Τα τιμολόγια κατανάλωσης αυξήθηκαν. Και ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας – το πιο αδύναμο φυσικά και το πιο πιεσμένο, έχασε την πρόσβασή του στο παρεχόμενο αγαθό.
Στη Βουλγαρία, και έχει σημασία να την αναφέρουμε, γιατί το Μνημόνιο αναφέρει ξεκάθαρα ότι με αυτή τη χώρα προσπαθεί να μας εξομοιώσει, το κόστος του ρεύματος μετά τις ιδιωτικοποιήσεις υπερβαίνει πλέον τις οικονομικές δυνατότητες ενός μέσου νοικοκυριού. Δημιουργείται έτσι το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας, που είναι και η βασική αιτία για τις πρόσφατες αναταραχές στην γειτονική μας χώρα. Αυτό είναι το μοντέλο το οποίο προωθείται και για τη χώρα μας. Με κινδύνους σοβαρούς τόσο για τα νοικοκυριά, αλλά και τις επιχειρήσεις οι οποίες υποφέρουν και κλείνουν από το κόστος ενέργειας. Και σειρά έχει το νερό. Ένα αγαθό ακόμα πιο πολύτιμο και ακόμα πιο αναγκαίο από την ηλεκτρική ενέργεια.
Μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς κοινωνικής δυστυχίας, με την ανεργία να σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, τα νοικοκυριά να μην μπορούν πλέον να ανταποκριθούν σε βασικές τους ανάγκες και την φτώχεια να κυλάει στους δρόμους, η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει ένα τεχνητό κλίμα ευφορίας.
Ο πρωθυπουργός της χώρας οργανώνει πομπώδεις όσο και αβέβαιες επενδυτικές εκστρατείες στην Κίνα, που προσπαθεί να πουλήσει υποδομές και κομμάτια δημόσιας περιουσίας, ονομάζοντας μάλιστα την τακτική αυτή «προσέλκυση επενδυτών». Στην πραγματικότητα, το όραμα της κυβέρνησης είναι η κινητοποίηση της οικονομίας,, η μετατροπή ολόκληρης της χώρας σε μια Τεράστια Ειδική Οικονομική Ζώνη. Με μισθούς εξαθλίωσης, με ανύπαρκτη προστασία του εργαζόμενου, με αφορολόγητα κέρδη για τους επιχειρηματίες, με μηδενική προστασία του περιβάλλοντος.
Οι εταίροι της χώρας δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτή την εξέλιξη. Διότι, αυτό είναι το συνολικό σχέδιό τους για την οικονομία του Νότου και αργότερα για ολόκληρη την Ευρώπη.
Οι αλλαγές που προωθούνται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, είναι ίσως μεγαλύτερης σημασίας από εκείνες που ακλούθησαν την πτώση του Τείχους. Και πρέπει να συναντήσουν τη σθεναρή και συντονισμένη αντίσταση των λαών της Ευρώπης, ένα πανευρωπαϊκό μέτωπο αποφασισμένο να υπερασπιστεί την κοινωνική συνοχή και την αξιοπρέπεια της εργασίας. Πρέπει να σταματήσουν με οργανωμένη αντεπίθεση της κοινωνίας.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
Η κοινωνία πρέπει να σταθεί όρθια και να δυναμώσει τη φωνή της. Και η ευθύνη για κάτι τέτοιο πέφτει σε πολύ μεγάλο βαθμό επάνω μας. Ούτε το Μνημόνιο τελειώνει, ούτε η χώρα βγαίνει από την κρίση, ούτε φως στο βάθος κάποιου τούνελ φαίνεται.
Η λεηλασία της ζωής της αξιοπρέπειας και της προοπτικής του λαούς μας θα συνεχίζεται επ’ άπειρον. Ή μέχρι ο ίδιος ο λαός να βάλει ένα τέρμα στην ιστορία αυτή.
Με μια αντεπίθεση της κοινωνίας. Για την υπεράσπιση της δουλειάς, των δημόσιων αγαθών, της υγείας της παιδείας. Για μια ανάπτυξη που θα αφορά το κοινωνικό σύνολο και όχι μια περιορισμένη και κλειστή ελίτ, η οποία δεν φορολογείται καν στην Ελλάδα. Με μια ανάπτυξη που θα επουλώσει τις πληγές του μνημονίου. Όχι με την άνεργη ανάκαμψη που θα τις κάνει μόνιμες.
Για να μη μεταναστεύουν οι νέοι επιστήμονες. Για να μείνουν εδώ και να ξαναχτίσουμε μαζί την Ελλάδα. Για το αυτονόητο δικαίωμα όλων στην κοινωνική αξιοπρέπεια.
Χρειάζεται να σπάσει μια και καλή το κλίμα ηττοπάθειας και απογοήτευσης. Το κλίμα των χαμηλών προσδοκιών. Χρειάζεται ενότητα, αισιοδοξία και πείσμα. Χρειάζεται διαρκής αγώνας. Χρειάζεται πάθος ασίγαστο στη στήριξη, την ενδυνάμωση, τη γιγάντωση των δομών αλληλεγγύης που καλούνται να επουλώσουν τις μνημονιακές πληγές του λαού μας. Χρειάζεται μια τεράστιας κλίμακας κοινωνική αντεπίθεση σε όλα τα μέτωπα.
Μια οργανωμένη και αποφασιστική αντεπίθεση της κοινωνίας. Και ακριβώς στο προσκήνιο των κοινωνικών αντιστάσεων και της αλληλεγγύης να συγκροτηθεί η νέα κοινωνική πλειοψηφία που θα διεκδικήσει την απαλλαγή της χώρας από το Μνημόνιο και θα ανοίξει τον εναλλακτικό δρόμο.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται το καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ, ένα καθήκον στο οποίο είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε. Καλούμαστε να δώσουμε τον αγώνα σε πολλά μέτωπα. Καλούμαστε να ζωντανέψουμε ξανά την ελπίδα και να φέρουμε πιο κοντά την προοπτική μιας ριζικά εναλλακτικής λύσης. Να ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο τις δομές αλληλεγγύης. Να εμβαθύνουμε και να επικαιροποιήσουμε τη στρατηγική μας για τη συγκρότηση της νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας από την αριστερά της αριστεράς μέχρι της σοσιαλδημοκρατίας. Να συνεχίσουμε να ανοιγόμαστε σε δυνάμεις που ανταποκρίνονται στο διαρκές κάλεσμα ενότητας που κάνουμε εδώ και δύο χρόνια.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
Ένα χρόνο πριν, το βράδυ των εκλογών της 6ης Μάη του 2012, δώσαμε μια υπόσχεση στο κόσμο της αριστεράς που μας στήριξε, στους ψηφοφόρους που μας ανέδειξαν ως δύναμη ελπίδας αλλά και στον ελληνικό λαό εν γένει, ότι θα προχωρήσουμε στη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ στη μεγάλη ενιαία και ελπιδοφόρα παράταξη της αριστεράς. Το άνοιγμα αυτό βρήκε ευρεία ανταπόκριση στην ελληνική κοινωνία.
Στις 17 Ιούνη ο ΣΥΡΙΖΑ έγραψε ιστορία, δίνοντας την ευκαιρία στην αριστερά να πλησιάσει για πρώτη φορά τόσο κοντά στη κυβέρνηση. Έκτοτε ο ΣΥΡΙΖΑ κατοχυρώθηκε στη συνείδηση του λαού μας ως ελπίδα για την ανατροπή του μνημονίου και τη κοινωνική αλλαγή, γεγονός που καταγράφεται αδιαλείπτως επί ένα χρόνο και παρά το εξαιρετικά αρνητικό επικοινωνιακό και μιντιακό περιβάλλον σε όλες τις δημοσκοπήσεις.
Αν, όμως, πιστέψουμε ότι αυτό είναι μια νομοτέλεια, ανεξάρτητα από τη δράση μας και τη συμπεριφορά μας θα κάνουμε λάθος. Ο κόσμος που μας εμπιστεύτηκε θα μας εμπιστευτεί ξανά και ακόμα περισσότερος μόνο αν δείξουμε αξιοπιστία στα λόγια και στα έργα μας.
Μονάχα αν αποδείξουμε ότι προκειμένου να αναλάβουμε τη μεγάλη ευθύνη της ανατροπής και της ανοικοδόμησης της πατρίδας μας, είμαστε έτοιμοι όλοι μας, να θέσουμε σε αμφισβήτηση τις σιγουριές και τις εξασφαλίσεις μας.Να δείξουμε ότι είμαστε έτοιμοι να αλλάξουμε εμείς για να πείσουμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε τη κοινωνία.
Στην ομιλία μου στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, στις συλλογικές μας επεξεργασίες και αποφάσεις, τονίσαμε πως δημιουργούμε ένα νέο πολιτικό οργανισμό. Ένα ΝΕΟ πολιτικό υποκείμενο. Όχι εμείς, τα στελέχη και οι βουλευτές. Ο κόσμος. Ο λαϊκός κόσμος, ο κόσμος της εργασίας, τα μέλη και οι φίλοι μας. Εμείς, ως έχοντες την ευθύνη να εκφράζουμε τη φωνή των μελών, δεν έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε ούτε βήμα πίσω από αυτή την υπόσχεση. Δεν έχουμε το δικαίωμα να καθυστερήσουμε και να φανούμε κατώτεροι των περιστάσεων. Πρέπει να ολοκληρώσουμε μια πορεία ιστορικής δικαίωσης. Δικαίωσης της επιλογής συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ που κάναμε πριν σχεδόν δέκα χρόνια.
Τότε που οι αργυρώνητοι της διαπλοκής ειρωνεύονταν και έλεγαν πως η αριστερά δεν έχει λόγω ύπαρξης. Δέκα χρόνια μάθαμε να ακούμε, να ανεχόμαστε, να συνθέτουμε. Η κοινωνία μας εμπιστεύτηκε. Δε θα προδώσουμε αυτή την εμπιστοσύνη.
Να μην κάνουμε ούτε μισό βήμα πίσω από την εντολή δεκάδων χιλιάδων μελών μας και ενός εκατομμυρίου εξακοσίων χιλιάδων ψηφοφόρων μας για τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο φορέα. Ενιαίο και δημοκρατικό φορέα. Έναν οργανισμό που θα είναι κόμμα των μελών και όχι των στελεχών. Κόμμα των εργαζομένων και των δημιουργών. Όχι κόμμα των ειδικών. Κόμμα που θα ανταποκρίνεται στις κοινωνικές διεργασίες και στα κοινωνικά κινήματα και όχι κόμμα- κράτος και των μηχανισμών του κράτους.
Πολύ μεγάλη συζήτηση σήκωσε πριν λίγες μέρες μια αναφορά μου στο ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο».Δεν κατάλαβα γιατί. Είπα τα αυτονόητα. Κάποιοι έγραψαν ότι επιτέθηκα στις συνιστώσες. Λάθος. Αν έκανα επίθεση ήταν επίθεση φιλίας προς τα μέλη και τις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ και όχι επίθεση στις συνιστώσες.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Ο ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στην ανασυγκρότηση της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ήταν ένα πετυχημένο ιστορικό πείραμα για την ανασυγκρότηση της αριστεράς και την ιδεολογική και προγραμματική της επαναθεμελίωση. Ανταποκρίθηκε στο αίτημα για την ευρύτερη δυνατή ενότητα των αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων.
Τώρα είναι η ώρα να κάνουμε ένα βήμα παραπέρα, στην εμβάθυνση και μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών σε ΣΥΡΙΖΑ των μελών. Ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για συγκρότηση ενός πλειοψηφικού ρεύματος μέσα των κοινωνία, ενός ρεύματος με ενιαία αριστερή ριζοσπαστική ταυτότητα.
Χρειάζεται οργανωτική και πολιτική συνοχή, η οποία είναι και η μόνη που μπορεί να εξασφαλίσει την πλήρη κατοχύρωση των δημοκρατικών λειτουργιών. Χρειάζεται ένας και όχι δεκατρείς χώροι υποδοχής μελών, και οργανωτικής ένταξης. Χρειάζεται περισσότερη δυνατότητα για σύνθεση απόψεων, και όχι για παραταξιακές μετωπικού χαρακτήρα συμφωνίες ή αποκλίσεις στο εσωτερικό μας.
Επιδίωξή μας είναι να βαδίσουμε αυτόν τον δρόμο όλοι μαζί, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών ίδρυσης του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό σημαίνει ότι έχουμε αυτονόητη υποχρέωση όλοι μας και κυρίως όσοι ανήκουμε σε συνιστώσες, να συνεννοηθούμε πως ακριβώς αυτές θα μετεξελιχτούν από κόμματα που συγκροτούσαν ένα συνασπισμό κομμάτων, στον αρχικό ΣΥΡΙΖΑ, σε διακριτά και συγκροτημένα πολιτικά ρεύματα εντός του νέου ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, που η δράση τους θα ορίζεται και θα δεσμεύεται από το καταστατικό μας. Αυτό είναι το αυτονόητο.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανείς ανάμεσά μας που να πιστεύει, ότι η κοινή μας απόφαση για μετεξέλιξη από τον ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών στον ΣΥΡΙΖΑ των μελών, θα σήμαινε ότι συνεχίζουμε όπως πριν τη διακριτή δραστηριότητα των συνιστωσών στο δημόσιο χώρο, ως διαφορετικών κομμάτων μέσα στον ενιαίο φορέα. Αυτό θα ήταν αδιανόητο και θα σήμαινε ότι υποτιμούμε τη νοημοσύνη του κόσμου μας.
Από την άλλη, όμως, αυτή η αναγκαία συνεννόηση που επικαλέστηκα πριν είναι προφανές πως δε μπορεί να τους συμπεριλάβει όλους σε μια ταχύτητα. Γι’ αυτό και πρέπει να δείξουμε κατανόηση στις διαφορετικές ωριμάνσεις.
Άλλες συνιστώσες είναι ώριμες να αυτοδιαλυθούν ως τέτοιες και τα μέλη τους να περάσουν ως φυσικά πρόσωπα στον ενιαίο φορέα. Άλλες να μετασχηματιστούν από συνιστώσες του παλιού ΣΥΡΙΖΑ που ήταν συνασπισμός κομμάτων σε διακριτά πολιτικά μορφώματα του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, που ούτως ή άλλως δε μπορεί και δε θα θέλαμε να μην είναι πλουραλιστικός, πολυσυλλεκτικός και πολυτασικός.
Αλλά το κρίσιμο είναι να συζητήσουμε περισσότερο για τις οργανώσεις και για τα μέλη του νέου ΣΥΡΙΖΑ και για τα δικαιώματά τους και λιγότερο για τα υπόλοιπα. Οι οργανώσεις μας πρέπει να ανοίξουν στον κόσμο που θέλει να μας πλησιάσει και να ενταχθεί. Να γίνουν τα κύτταρα οργάνωσης του προοδευτικού κόσμου της χώρας για το γιάτρεμα των πληγών του μνημονίου. Να ξεκινήσει άμεσα μία μεγάλη καμπάνια για εγγραφή νέων μελών, ταυτόχρονα με την μεγάλη πολιτική καμπάνια και εξόρμηση που θα κάνουμε για το συνέδριό μας. Να γίνουμε από άθροισμα συνιστωσών σε ένα νέο κόμμα άμεσης δημοκρατίας και αυτοοργάνωσης, που θα κρινόμαστε όλοι και πρώτοι και πρώτες οι άντρες και οι γυναίκες της ηγεσίας.
Οι διαδικασίες συγκρότησης του ενιαίου κόμματος, δεν πρέπει να μας ξεκόψουν σε καμία περίπτωση από τις απαιτήσεις των κοινωνικών αγώνων. Αντιθέτως, το στοίχημα είναι να συνδέσουμε την πορεία προς το συνέριο με την ενίσχυση των πολιτικών μας δεσμών με την κοινωνία.
Διαφωνίες θα υπάρξουν και είναι απόλυτα λογικό και φυσιολογικό όταν βαδίζουμε προς ένα απόλυτα ανοιχτό και δημοκρατικό συνέδριο. Όμως υπάρχουν όλες οι δημοκρατικές εγγυήσεις, ώστε να λυθούν τα θέματα, είτε στις προσυνεδριακές διαδικασίες, είτε στο ίδιο το συνέδριο.
Και επειδή τώρα έχουμε την ευθύνη αλλά και την ευκαιρία να ορίσουμε το πλαίσιο της λειτουργίας μας σε στέρεη βάση, οφείλουμε τώρα και χωρίς ταμπού να κουβεντιάσουμε ανοιχτά όλους τους προβληματισμούς και όλες τις απόψεις. Τώρα είναι η στιγμή να δούμε με ωριμότητα και να αντιμετωπίσουμε επιτέλους παθογένειες και στρεβλώσεις που κουβαλάμε μέχρι σήμερα.
Η πιο σοβαρή είναι η εξής: ο χώρος των καθοδηγητικών οργάνων. Και του στελεχικού δυναμικού, συγκροτείται αποκλειστικά από τάσεις, ομάδες, πλατφόρμες. Είναι σεβαστό. Όμως στη βάση και στο χώρο πολιτικής επιρροής τα πράγματα δεν είναι έτσι, κάθε άλλο μάλιστα.
Οι άνθρωποι εκεί παρακολουθούν πολύ σοβαρά τις εσωτερικές συζητήσεις αλλά δεν αισθάνονται υποχρεωμένοι να δηλώσουν ένταξη και δέσμευση απέναντι στο ένα ή το άλλο εσωκομματικό πολιτικό ρεύμα.
Η πραγματικότητα την οποία καλούμαστε να αλλάξουμε λέει ότι στις σημερινές συνθήκες είναι αδύνατη η ανάδειξη ενός στελέχους, αν το στέλεχος αυτό δεν έχει την εμπιστοσύνη και την στήριξη ενός εσωκομματικού μηχανισμού. Και αυτό είναι παράλογο.
Θέλουμε πολυτασικό πλουραλιστικό ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι προφανές. Όχι, όμως, ένα κόμμα που να κυριαρχείται πλήρως από τους εσωκομματικούς μηχανισμούς.
Για να προσπεραστεί το πρόβλημα αυτοί πρέπει να κάνουμε βήματα. Το πιο σημαντικό είναι να συμφωνήσουμε ότι αφήνουμε πίσω τα ξεχωριστά ψηφοδέλτια που υποβάλλουν οι εσωκομματικές παρατάξεις στις διαδικασίες εκλογής οργάνων.
Παλιότερα, το δικαίωμα ξεχωριστής λίστας είχαν οι μειοψηφίες που υποτίθεται ότι προστάτευαν τον εαυτό τους από το αποκλεισμό. Σήμερα η κάθοδος σε ξεχωριστή λίστα δε χρησιμεύει ως δικαίωμα στην εκπροσώπηση στα όργανα μειοψηφιών αλλά ως πολιτική δήλωση διαφοροποίησης από την δημόσια ενιαία εικόνα του κόμματος. Και αυτό δε βοηθά στο βάθεμα της δημοκρατίας μέσα στο κόμμα. Αλλά στο να διαιωνίζεται μια εικόνα εσωτερικής αντιπαράθεσης και σύγκρουσης.
Η αντιπαράθεση στο εσωτερικό μας πρέπει να είναι δημιουργική, πολιτική και ιδεολογική. Όχι αντιπαράθεση παγιωμένων εσωκομματικών μηχανισμών αλλά ιδεολογικών ρευμάτων ανοιχτών που δε λειτουργούν με δικούς τους κανόνες και εσωτερικές ιεραρχίες.
Πιστεύω ότι έφτασε η στιγμή να το κουβεντιάσουμε και να το αλλάξουμε αυτό, χωρίς να καταργήσουμε το δικαίωμα στις τάσεις και στη διακριτότητα των απόψεων. Η δική μου πρόταση είναι όχι να καταργηθεί η δυνατότητα ξεχωριστής λίστας αλλά να έχει κάθε φορά το δημοκρατικό δικαίωμα το εκάστοτε σώμα, να αποφασίζει κατά πλειοψηφία τη διαδικασία της εκλογής.Να μην επιβάλλεται δηλαδή κάθε φορά, στο όνομα δήθεν του δικαιώματος της αναλογικής εκπροσώπησης της μειοψηφίας, ο τρόπος εκλογής στα όργανα. Και, φυσικά, αυτή την πρόταση την καταθέτω χωρίς την αυταπάτη ότι αυτά τα ζητήματα λύνονται με διαδικαστικές και καταστατικές διατάξεις.
Έχω πλήρη επίγνωση ότι είναι ζητήματα που για να λυθούν απαιτείται πρωτίστως πολιτική βούληση και συνεννόηση. Αν, όμως, αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί σε επίπεδο κορυφής, οφείλουμε να τη διεκδικήσουμε στο επίπεδο βάσης.
Υποχρέωσή μας είναι να ορίσουμε τις εγγυήσεις που διασφαλίζουν πλήρως την εκλογή οργάνων χωρίς αποκλεισμούς, και βεβαίως τις εγγυήσεις για τη λειτουργία των τάσεων ως ιδεολογικών ρευμάτων, και για την ανεμπόδιστη και ελεύθερη έκφραση των διαφορετικών απόψεων εντός του κόμματος.
Νομίζω ότι όλοι εδώ θα θέλαμε να υπάρξει μια αποφασιστική σύνθεση και συνεννόηση πάνω σε αυτό, αν θέλουμε να ανταποκρινόμαστε στοιχειωδώς στις απαιτήσεις της κομματικής βάσης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αρμόδιο να αποφασίσει είναι το Συνέδριο, το οποίο θα έχει και τον τελευταίο λόγο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Είναι ίσως η πιο σύνθετη, δύσκολη και περίπλοκη συγκυρία κάτω από την οποία έχουμε κληθεί να οργανώσουμε την πολιτική μας δράση.
Η εμπειρία λέει ότι σε ανάλογες ιστορικές συνθήκες, η Αριστερά όχι μόνο τα κατάφερε, αλλά δημιούργησε και τις προϋποθέσεις για μια σειρά ιστορικών αλλαγών. Τα κατάφερε, όμως, μόνο όταν τόλμησε. Μόνο όταν έδειξε θάρρος και τόλμη να θυσιάσει ασφάλειες και βεβαιότητες. Μόνο όταν έδειξε θάρρος ακόμα και να αυτοθυσιαστεί.
Δεν υπάρχει πιο ασφαλής δρόμος προς την αποτυχία από αυτόν της αδράνειας. Όποιος δεν παίρνει την ευθύνη στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές δεν έχει καμιά πιθανότητα να πετύχει.
Σας καλώ, λοιπόν, να πάρουμε συλλογικά την ευθύνη του μετασχηματισμού και της δημοκρατικής εμβάθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ στο επικείμενο πρώτο συνέδριό του. Αποτελεί μια ιστορική επιλογή, σε μια ιστορική συγκυρία για την αριστερά και για το τόπο.