Παραθέτουμε ολόκληρη τη συνέντευξη, που παραχώρησε στο πρώτο κανάλι της ρωσικής τηλεόρασης, ο υφυπουργός στον πρωθυπουργό και κυβερνητικός εκπρόσωπος, βουλευτής Εύβοιας της ΝΔ, Σίμος Κεδίκογλου
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιο είναι το εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας με τη Ρωσία;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Το ισοζύγιο στο σύνολό του είναι αρνητικό για την Ελλάδα, επειδή έχουμε μεγάλες ανάγκες σε φυσικό αέριο και για τον λόγο αυτό είναι δύσκολο να έχουμε το εμπορικό μας ισοζύγιο εξισορροπημένο. Όμως, προσπαθούμε να το εξισορροπήσουμε. Αυτήν την περίοδο για μας είναι πολύ σημαντικό να επεκτείνουμε τις σχέσεις μας σε όλους τους τομείς, όχι μόνο σε αυτούς της ενέργειας και του τουρισμού, αλλά και σε τομείς συμπαραγωγής, είτε στη Ρωσία είτε στην Ελλάδα, καθώς υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες συνεργασίας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μπορείτε να μας πείτε για την κατάσταση της συνεργασίας στον αγροτικό τομέα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Αναδιαρθρώνουμε τώρα την αγροτική μας βιομηχανία και προσανατολιζόμαστε πιο πολύ στις εξαγωγές. Θεωρούμε, ότι η ρωσική αγορά έχει πολύ καλές ευκαιρίες, αλλά πρέπει τόσο οι επιχειρηματίες μας να ενημερωθούν για τις συνθήκες της ρωσικής αγοράς και να εξοικειωθούν να δραστηριοποιούνται σε αυτήν, όσο και η ρωσική αγορά να γνωριστεί καλύτερα με τα ελληνικά προϊόντα. Οπότε έχουμε μπροστά μας πολλή δουλειά να κάνουμε, αλλά έχουμε και μεγάλες ευκαιρίες.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τον περασμένο χρόνο σημειώθηκε ραγδαία αύξηση της εισαγωγής ψαριών, αλλά και πολτών φρούτων και γλυκών κουταλιού από την Ελλάδα. Σε τί οφείλεται αυτή η τάση;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Οφείλεται στην πολύ δυναμική ανάπτυξη του κλάδου της ιχθυοτροφίας στην Ελλάδα. Πρόκειται για έναν πολύ δυνατό τομέα της ελληνικής οικονομίας. Τα ελληνικά ψάρια φημίζονται για τη νοστιμιά τους. Αυτή τη στιγμή χρειαζόμαστε εξαγωγές, γινόμαστε πιο εξωστρεφείς, καθώς οι εξαγωγές και οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία αποτελούν δύο βασικά μέσα για το ξεπέρασμα της κρίσης.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υποστηρίζετε με κάποιο τρόπο τους εξαγωγείς του αγροτικού τομέα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Τους βοηθούμε με πολλούς και διάφορους τρόπους, ενημερώνοντάς τους για τις συνθήκες της ρωσικής αγοράς, δίνοντας συμβουλές και γνωματεύσεις, οργανώνοντας επαφές με ενδιαφερόμενους φορείς στη Ρωσία, αλλά και διευκολύνοντας τη φορολογία, προκειμένου να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για εξαγωγές στη διάρκεια της κρίσης. Πρόκειται για επιτάχυνση της επιστροφής φόρων, αλλά και για γενική απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, καθώς παλαιότερα, το φορολογικό σύστημα στην Ελλάδα ήταν δύσκολο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σε τί οφείλεται η αύξηση των εισαγωγών τροφίμων από τη Ρωσία, κυρίως των σιτηρών και ηλιόσπορου; Αφού η Ελλάδα έχει δικό της λάδι…
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Αυτό σημαίνει ελεύθερη αγορά: εάν η τιμή σου είναι χαμηλή, μπορείς να μπεις και σε μια αγορά που έχει δικό της παρόμοιο προϊόν, δικό της λάδι στην προκειμένη περίπτωση. Υπάρχουν και άλλα προϊόντα που μπορεί η Ρωσία να τα εισάγει στην Ελλάδα. Π. χ. υπάρχει πρόταση ελληνικών εταιρειών για εισαγωγή στην Ελλάδα πολυπροπυλίνης, που αποτελεί προϊόν πετρελαίου, από το οποίο φτιάχνονται διάφορα πλαστικά αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένων και πλαστικών πιάτων και ποτηριών.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η Ρωσία τα τελευταία τρία-τέσσερα χρόνια εξελίχθηκε παγκοσμίως σε μεγάλο εξαγωγέα σιτηρών, οπότε αυξήθηκαν οι ρωσικές εξαγωγές σιτηρών και στην Ελλάδα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Και πάλι είναι θέμα τιμής. Η Ρωσία έχει πολύ μεγάλη παραγωγή και αυτό εκδηλώθηκε, όταν είχαμε ξηρασία και πυρκαγιές, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πέραν της τιμής, έχει σημασία και η ποιότητα. Τί ποιότητα έχουν τα ρωσικά σιτηρά;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Όλα κρίνονται και από την τιμή και από την ποιότητα. Για να πετύχεις, πρέπει να έχεις καλή αναλογία ποιότητας και τιμής.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιες είναι οι προοπτικές της συνεργασίας μεταξύ της Ρωσίας και της Ελλάδας στον τομέα τροφίμων;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλά αγροτικά προϊόντα που δεν έχουν μπει ακόμα στη ρωσική αγορά, παραδείγματος χάρη τα σύκα, τα οποία είναι πολύ ποιοτικά.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποια ρωσικά τρόφιμα θα μπορούσαν να είναι περιζήτητα στην Ελλάδα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Πέραν των προϊόντων πετρελαίου, υπάρχουν και πολλές άλλες δυνατότητες συμπαραγωγής στην Ελλάδα με χρήση ρωσικών τεχνογνωσιών. Μπορούμε να παράγουμε από κοινού πολλά είδη στην Ελλάδα και αντιστρόφως στη Ρωσία – παραδείγματος χάρη, φάρμακα. Η φαρμακευτική μας βιομηχανία είναι πολύ αναπτυγμένη. Εφόσον καταλήξουν σε συμφωνία ελληνικές και ρωσικές εταιρείες, μπορεί να γίνει συμπαραγωγή φαρμάκων στη Ρωσία. Για μένα το πιο σημαντικό είναι να καταφέρουν οι επιχειρηματίες της Ελλάδας και της Ρωσίας να συνάψουν συνεργασίες. Στο παρελθόν, υπήρχαν ορισμένα προβλήματα, τα οποία λύνονται τώρα από τις κυβερνήσεις. Μπορώ να σας πω, ότι η κυβέρνηση της Ρωσίας και η κυβέρνηση της Ελλάδας είναι πολύ κοντά η μία στην άλλη και θα είναι ακόμα πιο κοντά.
Όσο για τα ρωσικά τρόφιμα, που θα μπορούσαν να πιάσουν τόπο στην Ελλάδα, πρέπει πρώτα να γίνουν γνωστά στη χώρα μας. Ακόμα και η «σμετάνα», η οποία μου αρέσει πολύ από τα χρόνια που σπούδαζα στη Ρωσία, δεν τη βρίσκεις στην Ελλάδα, καθώς οι Έλληνες απλά δε γνωρίζουν τί θα πει «σμετάνα». Γι’ αυτό, τα προϊόντα αυτά πρώτα πρέπει να γίνουν γνωστά στους Έλληνες. Πάντως το περιθώριο είναι μεγάλο.
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Το ισοζύγιο στο σύνολό του είναι αρνητικό για την Ελλάδα, επειδή έχουμε μεγάλες ανάγκες σε φυσικό αέριο και για τον λόγο αυτό είναι δύσκολο να έχουμε το εμπορικό μας ισοζύγιο εξισορροπημένο. Όμως, προσπαθούμε να το εξισορροπήσουμε. Αυτήν την περίοδο για μας είναι πολύ σημαντικό να επεκτείνουμε τις σχέσεις μας σε όλους τους τομείς, όχι μόνο σε αυτούς της ενέργειας και του τουρισμού, αλλά και σε τομείς συμπαραγωγής, είτε στη Ρωσία είτε στην Ελλάδα, καθώς υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες συνεργασίας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μπορείτε να μας πείτε για την κατάσταση της συνεργασίας στον αγροτικό τομέα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Αναδιαρθρώνουμε τώρα την αγροτική μας βιομηχανία και προσανατολιζόμαστε πιο πολύ στις εξαγωγές. Θεωρούμε, ότι η ρωσική αγορά έχει πολύ καλές ευκαιρίες, αλλά πρέπει τόσο οι επιχειρηματίες μας να ενημερωθούν για τις συνθήκες της ρωσικής αγοράς και να εξοικειωθούν να δραστηριοποιούνται σε αυτήν, όσο και η ρωσική αγορά να γνωριστεί καλύτερα με τα ελληνικά προϊόντα. Οπότε έχουμε μπροστά μας πολλή δουλειά να κάνουμε, αλλά έχουμε και μεγάλες ευκαιρίες.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τον περασμένο χρόνο σημειώθηκε ραγδαία αύξηση της εισαγωγής ψαριών, αλλά και πολτών φρούτων και γλυκών κουταλιού από την Ελλάδα. Σε τί οφείλεται αυτή η τάση;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Οφείλεται στην πολύ δυναμική ανάπτυξη του κλάδου της ιχθυοτροφίας στην Ελλάδα. Πρόκειται για έναν πολύ δυνατό τομέα της ελληνικής οικονομίας. Τα ελληνικά ψάρια φημίζονται για τη νοστιμιά τους. Αυτή τη στιγμή χρειαζόμαστε εξαγωγές, γινόμαστε πιο εξωστρεφείς, καθώς οι εξαγωγές και οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία αποτελούν δύο βασικά μέσα για το ξεπέρασμα της κρίσης.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υποστηρίζετε με κάποιο τρόπο τους εξαγωγείς του αγροτικού τομέα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Τους βοηθούμε με πολλούς και διάφορους τρόπους, ενημερώνοντάς τους για τις συνθήκες της ρωσικής αγοράς, δίνοντας συμβουλές και γνωματεύσεις, οργανώνοντας επαφές με ενδιαφερόμενους φορείς στη Ρωσία, αλλά και διευκολύνοντας τη φορολογία, προκειμένου να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για εξαγωγές στη διάρκεια της κρίσης. Πρόκειται για επιτάχυνση της επιστροφής φόρων, αλλά και για γενική απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, καθώς παλαιότερα, το φορολογικό σύστημα στην Ελλάδα ήταν δύσκολο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σε τί οφείλεται η αύξηση των εισαγωγών τροφίμων από τη Ρωσία, κυρίως των σιτηρών και ηλιόσπορου; Αφού η Ελλάδα έχει δικό της λάδι…
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Αυτό σημαίνει ελεύθερη αγορά: εάν η τιμή σου είναι χαμηλή, μπορείς να μπεις και σε μια αγορά που έχει δικό της παρόμοιο προϊόν, δικό της λάδι στην προκειμένη περίπτωση. Υπάρχουν και άλλα προϊόντα που μπορεί η Ρωσία να τα εισάγει στην Ελλάδα. Π. χ. υπάρχει πρόταση ελληνικών εταιρειών για εισαγωγή στην Ελλάδα πολυπροπυλίνης, που αποτελεί προϊόν πετρελαίου, από το οποίο φτιάχνονται διάφορα πλαστικά αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένων και πλαστικών πιάτων και ποτηριών.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η Ρωσία τα τελευταία τρία-τέσσερα χρόνια εξελίχθηκε παγκοσμίως σε μεγάλο εξαγωγέα σιτηρών, οπότε αυξήθηκαν οι ρωσικές εξαγωγές σιτηρών και στην Ελλάδα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Και πάλι είναι θέμα τιμής. Η Ρωσία έχει πολύ μεγάλη παραγωγή και αυτό εκδηλώθηκε, όταν είχαμε ξηρασία και πυρκαγιές, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πέραν της τιμής, έχει σημασία και η ποιότητα. Τί ποιότητα έχουν τα ρωσικά σιτηρά;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Όλα κρίνονται και από την τιμή και από την ποιότητα. Για να πετύχεις, πρέπει να έχεις καλή αναλογία ποιότητας και τιμής.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιες είναι οι προοπτικές της συνεργασίας μεταξύ της Ρωσίας και της Ελλάδας στον τομέα τροφίμων;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλά αγροτικά προϊόντα που δεν έχουν μπει ακόμα στη ρωσική αγορά, παραδείγματος χάρη τα σύκα, τα οποία είναι πολύ ποιοτικά.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποια ρωσικά τρόφιμα θα μπορούσαν να είναι περιζήτητα στην Ελλάδα;
Σ. ΚΕΔΙΚΟΓΛΟΥ: Πέραν των προϊόντων πετρελαίου, υπάρχουν και πολλές άλλες δυνατότητες συμπαραγωγής στην Ελλάδα με χρήση ρωσικών τεχνογνωσιών. Μπορούμε να παράγουμε από κοινού πολλά είδη στην Ελλάδα και αντιστρόφως στη Ρωσία – παραδείγματος χάρη, φάρμακα. Η φαρμακευτική μας βιομηχανία είναι πολύ αναπτυγμένη. Εφόσον καταλήξουν σε συμφωνία ελληνικές και ρωσικές εταιρείες, μπορεί να γίνει συμπαραγωγή φαρμάκων στη Ρωσία. Για μένα το πιο σημαντικό είναι να καταφέρουν οι επιχειρηματίες της Ελλάδας και της Ρωσίας να συνάψουν συνεργασίες. Στο παρελθόν, υπήρχαν ορισμένα προβλήματα, τα οποία λύνονται τώρα από τις κυβερνήσεις. Μπορώ να σας πω, ότι η κυβέρνηση της Ρωσίας και η κυβέρνηση της Ελλάδας είναι πολύ κοντά η μία στην άλλη και θα είναι ακόμα πιο κοντά.
Όσο για τα ρωσικά τρόφιμα, που θα μπορούσαν να πιάσουν τόπο στην Ελλάδα, πρέπει πρώτα να γίνουν γνωστά στη χώρα μας. Ακόμα και η «σμετάνα», η οποία μου αρέσει πολύ από τα χρόνια που σπούδαζα στη Ρωσία, δεν τη βρίσκεις στην Ελλάδα, καθώς οι Έλληνες απλά δε γνωρίζουν τί θα πει «σμετάνα». Γι’ αυτό, τα προϊόντα αυτά πρώτα πρέπει να γίνουν γνωστά στους Έλληνες. Πάντως το περιθώριο είναι μεγάλο.